Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

ΑΦΙΕΡΩΜΑ - ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ ( ΓΙΑ ΝΑ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΔΑΧΘΟΥΜΕ ) - Ξενοφών Γιοσμάς.

Ξενοφών Γιοσμάς


Ο Ξενοφών Γιοσμάς (1906-14 Ιανουαρίου 1975) γνωστός και ως φον Γιοσμάς, ήταν πόντιος δημοσιογράφος, ακροδεξιός πολιτικός και στρατιωτικός, γνωστός για την συνεργασία του με τον Γερμανικό στρατό κατοχής στην Ελλάδα (1941-1944) και την εμπλοκή του στην δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη (1963). Κατά την διάρκεια της κατοχής είχε συμμετάσχει σε ένοπλο αγώνα και προπαγάνδα κατά του ΕΛΑΣ ως μέλος των ταγμάτων ασφαλείας. Διέφυγε στην Γερμανία πριν την απελευθέρωση, ενώ για την συνεργασία του με τον εχθρό δικάστηκε ερήμην εις θάνατο. Γυρίζοντας στην Ελλάδα φυλακίστηκε και μετά από απονομή χάριτος απελευθερώθηκε μετά από σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Αργότερα ως ιδρυτής και ηγέτης αντικομμουνιστικής παρακρατικής οργάνωσης υπήρξε συνεργάτης των αρχών ασφαλείας. Μετά την δολοφονία του βουλευτή Λαμπράκη και τον τραυματισμό του Τσαρουχά από μέλη της οργάνωσής του, συνελήφθη με την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας για αυτές τις πράξεις αλλά αθωώθηκε, ενώ καταδικάστηκε για διατάραξη της κοινής ειρήνης.

Βιογραφία

Ο Ξενοφών Γιοσμάς γεννήθηκε το 1906 στο Κιρκαγάτς του Πόντου και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Κατερίνη, όπου ασχολήθηκε με το επάγγελμα του εκδότη-δημοσιογράφου. Το 1924-25 συμμετείχε στην οργάνωση των πρώτων προσκοπικών ομάδων στην Κατερίνη και το 1937 στην οργάνωση της Α. 143 Φάλαγγας της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας). Ήταν πολιτικό στέλεχος του Αγροτικού Κόμματος και συνδέθηκε στενά με τον βουλευτή Φίλιππο Δραγούμη. Το 1930 φυλακίστηκε για απάτη. Κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο πολέμησε στην Αλβανία.[1]

[...] εδώ με κατηγορούν για εθνική αναξιότητα... εγώ έχω πιστοποιητικά εθνικής δράσεως που λίγοι τα έχουν. Και αν συνεργάστηκα με τους Γερμανούς το έκανα για το καλό της πατρίδος... Τους Γερμανούς τους αγαπούσα και αυτοί με θεωρούσαν τον υπ'αριθμ. 1 τίμιον Έλληνα.

— Ξενοφών Γιοσμάς, στην απολογία του για την υπόθεση Λαμπράκη.[2]

Το 1943 σε συνεργασία με την γερμανική Μυστική Αστυνομία Στρατού, οργάνωσε τις «Αντικομμουνιστικές Ομάδες Ασφαλείας» και στη συνέχεια εντάχθηκε ως Καπετάν Παρμενίων στην «Εθνική Αντικομμουνιστική Οργάνωση Κατερίνης, Πιερίων και Ολύμπου» (ΕΑΟ).[3] Ως αντικομμουνιστής οπλαρχηγός έδρασε κατά του ΕΛΑΣ Πιερίων και Ολύμπου συμμετέχοντας στην εξόντωση αρκετών στελεχών του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ.[4] Το καλοκαίρι του 1944 υπό την πίεση του ΕΛΑΣ μεταφέρθηκε με τον Κισά-Μπατζάκ [αρχηγό του Εθνικού Ελληνικού Στρατού (ΕΕΣ)] και μερικούς από τους άντρες τους, στην Θεσσαλονίκη όπου διεύθυνε το Γραφείο Τύπου και Προπαγάνδας του ΕΕΣ. Αργότερα, ως ανθυπολοχαγός, ανέλαβε την διοίκηση του Λόχου Προπαγάνδας στο Εθελοντικό Τάγμα του Γεωργίου Πούλου.[5][6]

Με την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, διέφυγε στην Γερμανία και κατόπιν στην Βιέννη όπου συμμετείχε στην τελευταία κατοχική κυβέρνηση Τσιρονίκου που μεταφέρθηκε εκεί, ως υπουργός Προπαγάνδας.[7] Τον Νοέμβριο του 1945 δικάστηκε από το Δικαστήριο Δοσιλόγων ερήμην σε θάνατο ως συνεργάτης των Γερμανών. Το 1947 επιστρέφοντας στην Ελλάδα, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε έναν επιπλέον χρόνο κάθειρξη και ισόβια στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, για συνεργασία με τη γερμανική Μυστική Αστυνομία Στρατού. Το 1949 κατέθεσε αίτηση αναθεώρησης της απόφασης με την οποία του είχε επιβληθεί η θανατική ποινή, η οποία απορρίφθηκε. Με διάταγμα της 7 Απριλίου 1950 ο βασιλιάς Παύλος του απένειμε χάρη, μετατρέποντας τη θανατική ποινή σε πρόσκαιρα δεσμά 20 ετών. Στα μέσα Νοεμβρίου 1950 το Ειδικό Δικαστήριο Δοσίλογων αποφάσισε τη συγχώνευση των έως τότε ποινών που του είχαν επιβληθεί, οπότε ο Γιοσμάς αφέθηκε στις 8 Ιουνίου 1951 ελεύθερος από τις φυλακές Επταπυργίου, έχοντας εκτίσει συνολικά τρία χρόνια κράτηση.[8][9]

Μετά την αποφυλάκισή του, το αντικομμουνιστικό κλίμα της εποχής είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο την επισκίαση του δοσιλογικού του παρελθόντος αλλά και την αναβάπτισή του ως εθνικόφρονα. Έτσι διορίστηκε από τη Νομαρχία Θεσσαλονίκη πρόεδρος της σχολικής εφορείας του 24ου Δημοτικού Σχολείου Τούμπας όπου υπηρέτησε μεταξύ 1953 και 1961.[10] Αργότερα προχώρησε στην έκδοση της μηνιαίας εφημερίδας "Εξόρμησις των Ελλήνων" από το 1958 ως τον Δεκέμβριο του 1962, με αντικομμουνιστικό και ελληνοχριστιανικό προσανατολισμό.[11]

Από το 1957 προσλήφθηκε ως αντιπρόσωπος για τις συνομιλίες με τις Αρχές, από τον "Οικοδομικό Συνεταιρισμό Αγωνιστών και Θυμάτων Εθνικής Αντιστάσεως Βορείου Ελλάδος" ο οποίος δέχονταν ως συναιτέρους αγωνιστές που πολέμησαν κατά του ΕΑΜ στην Κατοχή και κατά των κομμουνιστών στον Εμφύλιο. Κύρια επιχειρήματα για την προώθηση των αιτημάτων του συλλόγου για παραχώρηση οικοπέδων και οικοδομικών αδειών στον συνεταιρισμό ήταν η εθνικοφροσύνη των μελών του.[12] Το 1960 μαζεύοντας παλιούς γνωστούς και συμπολεμιστές του, αλλά και νέα μέλη, ίδρυσε το "Σύνδεσμο Αγωνιστών και Θυμάτων Εθνικής Αντιστάσεως Βορείου Ελλάδος". Ο σύνδεσμος είχε έδρα την Θεσσαλονίκη και σκοπός του ήταν η αναγνώριση και ενίσχυση όσων συμμετείχαν κατά τον αντικομμουνιστικό αγώνα κατά την Γερμανική Κατοχή. Μεταξύ των μελών του ήταν πρώην στρατιώτες του τάγματος Πούλου. Ο Γιοσμάς ανέλαβε ο ίδιος την ιδεολογική διαφώτιση των μελών, καθώς και την προπαρασκευή της μετανάστευσης μελών του Συνδέσμου στην Δυτική Γερμανία την οποία επισκέπτονταν τακτικά.[13] Έμβλημα του συνδέσμου ήταν ο γερμανικός Σιδηρούς Σταυρός. Το ίδιο έμβλημα έφερε και η εφημερίδα που εξέδιδε ο Γιοσμάς. [14]

Αυτός, ο όχι απλώς ξένος προς πάσαν εθνικήν αντίστασιν, αλλ' ο πολεμήσας λυσσαλέως μετά των Γερμανών πάσαν εθνικήν αντίστασιν, μετουσιούται ακόπως και ανεμποδίστως εις αγωνιστήν εθνικής αντιστάσεως...

— Παύλος Δελαπόρτας, εισαγγελέας εφετών στην υπόθεση Λαμπράκη[15][16]

Παρά το παρελθόν του, ο Γιοσμάς μεταβλήθηκε σε συνομιλητή των αρχών ασφαλείας της Θεσσαλονίκης και πολιτικών.[15] Ειδικότερα διατηρούσε στενές επαφές με τη στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της πόλης και κυρίως με την Χωροφυλακή.[17] Στις περισσότερες περιπτώσεις ο Σύνδεσμος και ο ίδιος ο Γιοσμάς αναλάμβαναν να διευθετούν προβλήματα και αιτήματα που είχαν τα μέλη του στις δημόσιες αρχές. Ως παραδείγματα μπορούν να αναφερθούν η παραχώρηση εργατικής κατοικίας σε μέλος του συνδέσμου, επαγγελματικές άδειες, προσλήψεις αλλά και εγγυήσεις για αποφυλάκιση. Τα μέλη του συνδέσμου προμηθεύονταν με ταυτότητες που τους εξασφάλιζαν προνομιακή μεταχείριση. Ο Γιοσμάς διεξήγαγε την εθνική και πολιτική διαπαιδαγώγηση των μελών, που παρά τις περί αντιθέτου διαβεβαιώσεις του φέρονται να ξυλοκοπούσαν οπαδούς της Αριστεράς για να τους τρομοκρατήσουν.[18]

Τα φρονήματα του Συνδέσμου ήταν που κατέστησαν τα μέλη του χρήσιμα για τις Αρχές. Την Πρωτομαγιά του 1962 τα μέλη του συνδέσμου παραβρέθηκαν με περιβραχιόνια στην συγκέντρωση του Εργατικού Κέντρου, επιφορτισμένα από την αστυνομία για την τήρηση της τάξης.[19] Τον Μάιο του 1963, κατά την επίσκεψη του προέδρου της Γαλλίας Σαρλ ντε Γκωλ στην Θεσσαλονίκη, μέλη του συνδέσμου χρησιμοποιήθηκαν από την χωροφυλακή για την ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας.[20][21][22] Μετά από αυτό, αποτέλεσαν έμπιστα πρόσωπα που χρησιμοποιήθηκαν ως ομάδες κρούσης σε εργατικές συγκεντρώσεις.[23]

Στις 22 Μαίου 1963 δολοφονήθηκε ο βουλευτής Γρηγόρης Λαμπράκης από τον Σπύρο Κοτζαμάνη και τον Μανόλη Εμμανουηλίδη. Ο Κοτζαμάνης ήταν μέλος του Συνδέσμου.[24] Άλλα μέλη του Συνδέσμου τραυμάτισαν τον βουλευτή Γιώργο Τσαρουχά. Ο Γιοσμάς κατηγορήθηκε για ηθική αυτουργία εκ προθέσεως στη δολοφονία του Λαμπράκη και επικίνδυνη σωματική βλάβη εις βάρος του Τσαρουχά.[25][26] Προφυλακίστηκε στις 16 Ιουλίου με εντολή του ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη, ενόσω αποκαλύπτονταν από τις εφημερίδες το δοσιλογικό παρελθόν του.[27] Ο ίδιος στην δίκη για τη δολοφονία του Λαμπράκη διαβεβαίωνε για την αθωότητά του και επικαλούνταν τον πατριωτισμό και τις αντικομμουνιστκές πεποιθήσεις του χωρίς να παραλείψει να αναφερθεί στη συνεργασία του με τους Γερμανούς.[2] Δικηγόρος του ήταν ο μετέπειτα υπουργός της ΕΡΕ Τάκος Μακρής.[28] Τελικά δεν καταδικάστηκε για ηθική αυτουργία αλλά για διατάραξη της κοινής ειρήνης με ποινή ενός έτους που είχε ήδη καλυφθεί από την προφυλάκισή του.[29][30] Ο Σύνδεσμος διαλύθηκε σε μια επιχείρηση ξηλώματος πενήντα παρόμοιων παρακρατικών οργανώσεων από την κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου (Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου 1964), με την υπ' αριθμ. 96/14.4.64 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης.[31]

Πέθανε από εγκεφαλικό στις 14 Ιανουαρίου 1975.[32] Ο γιος του, Αλέξανδρος Γιοσμάς, ήταν υποψήφιος βουλευτής Ροδόπης με το ψηφοδέλτιο του ΛΑΟΣ το 2007.[33]