Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Το ολοκαύτωμα των Μακεδόνων

Πολύ συχνά στην επιχειρηματολογία του σλαβίζοντος-σλαβοκίνητου ή σλαβόφρονος ψευτομακεδονικού μεγαλοϊδεατισμού με μεταμορφώσεις-παραλλαγές του βουλγαρικού διεκδικητισμού (από τα πλέον επίσημα χείλη της γειτονικής χώρας) υπερτονίζεται η δήθεν γενοκτονία των ψευτομακεδόνων από τους έλληνες “κατακτητές” της “Μακεδονίας του Αιγαίου”. Σε αυτή την επιχειρηματολογία εντάσσεται και το πρόβλημα των “Αιγαιατών”, των “παιδιών φυγάδων” του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, το ζήτημα των περιουσιών τους και της επιστροφής τους.

Είναι μόνιμος και ευφυέστατος μοχλός πίεσης, με το πρόσχημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ελληνική πλευρά, που συζητά ή μάλλον σύρεται σε διάλογο κωφών, για να αναγκαστεί στο τέλος να υπογράψει τη μεγαλύτερη ιστορική απάτη όλων των εποχών, με τον βίαιο και επαίσχυντο διαχωρισμό, εθνολογικά και εθνοτικά, του όρου Μακεδών - Μακεδονικός από τον όρο Έλλην - Ελληνικός, εννοιών απολύτως ιστορικά, εθνοανθρωπολογικά, εθνοανθρωπογεωγραφικά, γλωσσολογικά ταυτοσήμων.
Αυτός ο ανιστόρητος, αβάσιμος, φαιδρός, αντιεπιστημονικός, ανόητος, αλλά άριστα δομημένος προπαγανδιστικά ισχυρισμός περί γενοκτονίας, που προβάλλεται από τα Σκόπια (που είναι οι καλύτεροι μαθητές και παιδιά της Σόφιας), θα έπρεπε να μας οδηγήσει, αντί σε ανούσιες κλάψες του τύπου “προβοκάτσια”, “πρόκληση” από τα Σκόπια, “οι γείτονες διεκδικούν”, μονίμως στριμωγμένοι, θυμίζοντας τον λόγο του μεγάλου αρχαιολόγου μας Μανόλη Ανδρόνικου, που είπε ξεκάθαρα πως “συμπεριφερόμαστε λες και εμείς είμαστε οι κλέφτες και οι σφετεριστές της ιστορίας”, σε σωστή παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων, του πραγματικού ολοκαυτώματος και της πραγματικής γενοκτονίας του μακεδονικού ελληνισμού από τον σλαβισμό, που χρωστά τα πάντα στον ελληνισμό: γλώσσα, θρησκεία, πολιτισμό, λογοτεχνία, γραπτό λόγο και ό,τι άλλο επετεύχθη από το τεράστιο έργο των μακεδόνων (ελλήνων) θεσσαλονικέων αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου. Ένας διωγμός, μια γενοκτονία, που κρατά 15 αιώνες τώρα, ακόμη και αυτή τη στιγμή που γράφουμε αυτές τις γραμμές και με την καταπάτηση των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων της μακεδονικής εθνικής (ελληνικής) μειονότητας στη γειτονική χώρα, στις προαιώνιες εστίες του ελληνισμού, όπως το Μοναστήρι, η Αχρίδα, η Στρώμνιτσα, το Κρούσοβο, η Γευγελή κτλ. Η πλημμυρίδα των σλαβικών φυλών που ενέσκηψαν στην ελληνική (βαλκανική χερσόνησο) από τον 6ο αιώνα μ.Χ. και μετά, ο βαθμιαίος εκσλαβισμός των πρωτοβουλγάρων και κατόπιν ο εκχριστιανισμός τους επί Βογόριδος (853-888 μ.Χ.) (δεν ήταν αρκετός για να ηρεμήσει την αγριότητά τους) ήταν τα γεγονότα που σημάδεψαν την τύχη του μακεδονικού ελληνισμού, με πορεία αιώνων στις προαιώνιες εστίες του, και που αυτά τα σημάδια δεν ήταν άλλα από τους συνεχείς διωγμούς, τις σφαγές, τις διώξεις, τους αφανισμούς, στους οποίους υπεβλήθη σωρευτικά και ανελέητα. Από τον Ασπαρούχ στον Τέρβελ, από τον Τέρβελ στο Κρούμο (811-813), που αφάνισε όλη την περιοχή της Μακεδονίας, σχεδόν φτάνοντας μέχρι την Βερσινικίαν (πλησίον της Αδριανούπολης), από τον Κρούμο στο Βορκ και από αυτόν στον Συμεών, που ερήμωσε Μακεδονία και Θράκη, καταλαμβάνοντας την Αδριανούπολη και φτάνοντας, καταστρέφοντας τα πάντα, μέχρι τον Ισθμό.
Χιλιάδες τα θύματα των Μακεδόνων, που πλήρωσαν το τίμημα της αφοσίωσης στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο κατά τους δυτικούς), χιλιάδες τα ιερά σφάγια και οι διωγμοί. Φωτεινή εξαίρεση βέβαια και ανάσχεση σε αυτήν τη διαρκή σφαγή ήταν οι αυτοκράτορες Νικηφόρος Φωκάς, Ιωάννης Τσιμισκής και φυσικά ο Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος, στον οποίο σήμερα χρωστάμε το ότι έχουμε ακόμη τον μακεδονικό χώρο ελεύθερο, όσο και αν αυτό ηχεί περίεργα και παράξενα. Αξίζει να σημειωθεί η ηρωική στάση, αντίσταση των Μακεδόνων της Θεσσαλονίκης, το 1040, ενάντια στους Βουλγάρους και Σλάβους του Πέτρου Ντελιάν, “εγγονού του Σαμουήλ” (Δελιάνος στις ελληνικές πηγές), που όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι με τη βοήθεια του αγίου Δημητρίου επιχείρησαν έξοδο (όταν πολιορκήθηκε η πόλη), με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τους, για να δώσουν τη μάχη της επιβίωσής τους, εθνοτικά, εθνολογικά, συνειδησιακά, απέναντι στον βουλγαροσλαβισμό. Πού ήταν οι ψευτομακεδόνες της γειτονικής χώρας; Για ποια γενοκτονία μάς μιλούν; Μήπως για τη γενοκτονία των προγόνων τους απέναντι στους πραγματικούς Μακεδόνες; Η μακριά οθωμανική κατάκτηση και δουλεία έφερε και άλλα θύματα, τους νεομάρτυρες Μακεδόνες, οι οποίοι είχαν ακλόνητη την πίστη τους στον ελληνισμό, ενισχυμένη με άλλα συνειδησιακά στοιχεία. Συντηρούσαν ζωηρή την ανάμνηση του Αλεξάνδρου και του Φιλίππου, που είχαν γίνει δημοφιλή πρόσωπα λαϊκών τοπικών παραδόσεων, όπως το κάστρο του Αλεξάνδρου στο Παγγαίο, το κάστρο των Φιλίππων, που ονομάστηκε το 1632 “καστέλι του κυρού του Μ. Αλέξανδρου” από τον ηγούμενο της μονής Εικοσιφοινίσσης, τα Πιέρια, που ως το 1715 ονομάζονταν τα βουνά του Αλεξάνδρου. Το μαρτύριο και η γενοκτονία, το ολοκαύτωμα του μακεδονικού ελληνισμού συνεχίστηκε με πιο έντονο ρυθμό μετά το 1870, με την ίδρυση της βουλγαρικής εξαρχίας, το 1893 με την ίδρυση του VMORO (και το VMRO των Σκοπίων είναι απόγονος εκείνου) και την καταστροφική διείσδυση των “κομίτων” (κομιτατζήδων, όπως είναι πιο γνωστοί), που κατατρομοκρατούσαν μακεδονικά χωριά, για να τα βουλγαροποιήσουν και όπου έβρισκαν αντίσταση, έσφαζαν, κατέστρεφαν, εδίωκαν, λεηλατούσαν.
Ενδεικτικό είναι ότι τη χρονική περίοδο από το 1896-1908, 4.700 μερόνυχτα αίματος, κτηνωδίας και δολοφονιών, κατεγράφησαν 1.964 θύματα με ονοματεπώνυμο, χώρια τα χιλιάδες ανώνυμα θύματα στα βιλαέτια Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου, Αδριανουπόλεως. Ολόκληρα χωριά στη Δράμα, στις Σέρρες αφανίστηκαν από το ασίγαστο μένος και μίσος κατά των Μακεδόνων από τους Βουλγάρους κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Μετά την παγίωση των κρατικών ορίων, όσα άτομα επιθυμούσαν, έχοντα σλαβική συνείδηση, να αποχωρήσουν από τη Μακεδονία για τη Βουλγαρία, το έπραξαν χωρίς ούτε λεπτό να σιγήσει ο βουλγαρικός διεκδικητισμός, που όπως έχουμε πει αλλάζει πρόσωπα περίτεχνα (σε όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου). Το ίδιο έγινε και με τον Α΄ αλλά και με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, που στη βουλγαροκρατούμενη Αν. Μακεδονία τα θύματα μόνο σε ανδρικό πληθυσμό ξεπέρασαν τα 10.000, χωριστά τα γυναικόπαιδα και οι γέροντες. Με τα κεφάλια των ελλήνων Μακεδόνων έπαιξαν οι Βούλγαροι ποδόσφαιρο το ’41, μετά τη σφαγή του Δοξάτου. Και όλοι οι βουλγαρόφρονες, οι οχρανίτες, οι δοσίλογοι, που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, οδηγώντας πάνω (σύμφωνα με τα αρχεία των γειτονικών χωρών και ιδίως του βόρειου γείτονά μας) από 30.000 παιδιά στο σλαβικό εργαστήρι εθνοτήτων, που έμελλε να παραγάγει τους νεογενίτσαρους τύπου Γκρούεφσκι (που η προπαγάνδα της γείτονος τα ονομάζει παιδιά φυγάδες των αδικημένων αιγαιατών ψευτομακεδόνων) εν μια νυχτί “ξέχασαν” τα περί βουλγαρισμού και βαπτίστηκαν “αυτόχθονες” ή “εθνικά Μακεδόνες” (μας θυμίζει τη φρασεολογία του Vinozito). Είναι οι περίφημες νοφίτες (ΝΟΦ) και αργότερα Ενοφίτες, παλαιοί κομιτατζήδες, όπως ο Αλεξόπουλος, ο Mitroski, τα πρώην πρωτοπαλίκαρα του Κάλτσεφ, ο Γκέλεφ, ο Κεραμιτζίεφ (ψυχή του ΕΝΟΦ), οι οποίοι αργότερα αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της γειτονικής χώρας.
Και συζητάμε εμείς τώρα με τους απογόνους αυτών των ανθρώπων, των αιμοσταγών του ολοκαυτώματος των Μακεδόνων, που θα έπρεπε να σαπίζουν στη φυλακή για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, αυτών που συνεργάστηκαν με τον φασισμό, τον ναζισμό, τον βουλγαρισμό. Αντί να καταθέσουμε τα πραγματικά στοιχεία της γενοκτονίας των Μακεδόνων ανά τους αιώνες, αλλά ιδιαίτερα τον προτελευταίο, της κατάφωρης καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ελληνικής εθνικής μειονότητας (της πραγματικής Μακεδονικής) στη γειτονική χώρα, δεχόμαστε ως ένοχοι εμείς τις ψευτοκατηγορίες περί γενοκτονίας, εξόδου των παιδιών φυγάδων (το οποίο αποτελεί το μεγαλύτερο κατά τη νεότερη ελληνική ιστορία εθνοτικό έγκλημα) με έναν ραγιαδισμό, με έναν φοβισμό, με μια ενοχή, με έναν ωχαδελφισμό, με μια εγκληματική αμέλεια, άγνοια, αδιαφορία, που οδηγεί σε επώδυνους συμβιβασμούς, του τύπου “όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό erga omnes”, το οποίο ενέπαιξαν οι γείτονές μας, που παραμένουν ακλόνητοι στις θέσεις τους περί ταχύτητας, ιστορίας, γλώσσας, δουλεύοντας νυχθημερόν την εθνική τους υπόθεση, όταν εμείς πίνουμε τα σφηνάκια του εθνικού μας λήθαργου.
Τολμούν να μιλούν για γενοκτονία οι γενοκτόνοι; Για διωγμό οι διώκοντες; Για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων οι καταπατητές, για δικαιοσύνη οι άδικοι; Για ιστορία οι ανιστόρητοι; Για αλήθεια οι ψεύτες; Για κλοπή οι κλέφτες; Για σφετερισμό οι σφετεριστές, οι καταπατητές της ιστορίας, οι κατεξοχήν παραποιητές, διαστρεβλωτές, για δικαιώματα οι στερούντες αυτά; Για μακεδονισμό, για Μακεδόνες, οι ψευτομακεδόνες; Έσεται όμως ήμαρ, έσεται...

Του Μιχαήλ Χρυσανθόπουλου, καθηγητή ιστορικού, συγγραφέα, δημοσιογράφου SBS Αυστραλίας